-
Σπύρος Σταμούλης
Η διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης: η περίπτωση των ελληνικών Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ)
Το πρώτο ερώτημα της διδακτορικής διατριβής αφορούσε την κατανόηση της ενοποιητικής διαδικασίας στον τομέα της εκπαιδευτικής πολιτικής. Ωστόσο αυτή η διαδικασία δεν εξελίσσεται αυτόνομα από τα κράτη-μέλη, αφού η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) επιφυλάσσει για αυτά κεντρική θέση στο ενωσιακό οικοδόμημα. Για το λόγο αυτό η έρευνα συμπεριέλαβε και το ερώτημα για τις πολιτικές που αναπτύσσονται στην Ελλάδα στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Πιο συγκεκριμένα, διερευνήθηκε η διαμόρφωση της ατζέντας και οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση, υπό το πρίσμα της συμμετοχής της Ελλάδας στην ΕΕ και τη διαδικασία της Μπολόνια, έχοντας επιλέξει ως μελέτη περίπτωσης τα ΤΕΙ.
To πραγματολογικό υλικό από συνεντεύξεις με Έλληνες πρώην Υπουργούς Παιδείας και Αξιωματούχους και η πολιτική ανάλυση αποδεικνύουν ότι στο ευρωπαϊκό επίπεδο η εκπαιδευτική πολιτική εξελίσσεται ιστορικά μέσα από τον προωθητικό ρόλο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και διαχρονικά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Από την άλλη πλευρά η μελέτη αποδεικνύει ότι οι ευρωπαϊκές πολιτικές για την εκπαίδευση και την κατάρτιση αποκάλυψαν τις αδυναμίες των ΤΕΙ και δημιούργησαν πιέσεις για αλλαγές με σκοπό τον εκσυγχρονισμό του θεσμού, που τελικά, μεταξύ άλλων, οδήγησαν στην ένταξή τους στην ελληνική Ανώτατη Εκπαίδευση. Αυτό ωστόσο δεν συνεπάγεται ότι μεταβάλλεται ο τρόπος παραγωγής των πολιτικών. Το ελληνικό κράτος ακόμη και σήμερα αδυνατεί να κατανοήσει τις επιδράσεις και λειτουργίες του ευρωπαϊκού θεσμικού και πολιτικού συστήματος σε όλες του τις διαστάσεις. Ως εκ τούτου παράγει πολιτικές με ένα αντιδραστικό τρόπο, χωρίς να διαβουλεύεται επαρκώς με την ακαδημαϊκή κοινότητα και τους φορείς της. Ταυτόχρονα εμφανίζεται να είναι και ανίσχυρο, αφού πρώτον δεν καταφέρνει να επιβάλει τη θέλησή του στα οργανωμένα συμφέροντα και δεύτερον να υλοποιήσει τις πολιτικές του στην πράξη μέσα από την καθημερινή λειτουργία των ιδρυμάτων.
-
Ευτυχία Θεοδοσίου
Ευρωπαϊκή Ένωση και Αερομεταφορές: το παράδειγμα του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού (εν εξελίξει)
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αναπτύσσεται σήμερα ένας ηγεμονισμός των ισχυρότερων κρατών για να τη μετεξελίξουν σε ένα πολιτικό μόρφωμα χωρίς εγγυήσεις πολιτικής και κοινωνικής βάσης. Αυτό το μόρφωμα ευρωπαϊκής εξομοίωσης απορρυθμίζει τις εσωτερικές ευρωπαϊκές σχέσεις και μειώνει την κρατική κυριαρχία των μη ισχυρών κρατών μελών. Εφαρμόζεται από τις ισχυρές χώρες ένα είδος απεθνικοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βασικές αρχές τις εθνικές τους επιδιώξεις . Πρόκειται για μια μορφή ευρωπαϊκής παγκοσμιοποίησης η οποία αναφέρεται ως ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η στρατηγική αυτή ακολουθείται ως κυριάρχη πρακτική και στα θέματα των μεταφορών.
Οι μεταφορές είναι ένας ιδιαίτερα εξειδικευμένος τομέας στενά συνδεδεμένος με την οικονομική ανάπτυξη, την τεχνολογική εξέλιξη και το ευρωπαϊκό όραμα της ελεύθερης κυκλοφορίας αγαθών, υπηρεσιών , κεφαλαίων και προσώπων , των τεσσάρων δηλαδή θεμελιωδών ελευθεριών του ευρωπαϊκού οικοδομήματος που δημιουργήθηκε με την Ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης (1957). Με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992) αρχίζει η σταδιακή απελευθέρωση των μεταφορών. Περιγράφοντας την ευρωπαϊκή πολιτική των μεταφορών θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι περίπλοκη, ανομοιόμορφη, αποσπασματική και βαθιά εξαρτημένη από το διεθνές περιβάλλον και τα εθνικά συμφέροντα των ισχυρών κρατών μελών έτσι όπως αυτά έχουν διαμορφωθεί ιστορικά , σύμφωνα με τη γεωπολιτική-γεωστρατηγική θέση τους. Η ευρωπαϊκή ελίτ για εσωτερικούς της λόγους αδυνατεί να διαμορφώσει και να εφαρμόσει μία ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική/στρατηγική αερομεταφορών με σαφήνεια , διάρκεια και σταθερότητα. Η πρόοδος που επιτυγχάνεται, αργά και σταδιακά, είναι το αποτέλεσμα μιας πολυσύνθετης και πολυδιάστατης διαδικασίας.
Αντικείμενο αυτής της μελέτης θα αποτελέσει η ευρωπαϊκή πολιτική των αεροπορικών μεταφορών, που αποτελεί παράγοντα της ευρωπαϊκής αναπτυξιακής πολιτικής, της πολιτικής συνοχής και απασχόλησης. Ένας τομέας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ο οποίος συγκεντρώνει το ενδιαφέρον με τη δημιουργία του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Ουρανού, ενός νέου μοντέλου οργάνωσης των αερομεταφορών και της διαχείρισης του ευρωπαϊκού εναερίου χώρου. Το εγχείρημα αυτό ξεπερνά τα όρια των εθνικών κρατών μελών και έχει αμφισβητηθεί από κράτη μέλη λόγω του ότι η πολιτική και διαχειριστική του ολοκλήρωση θα είναι μεγάλης κλίμακας.
Η μελέτη αυτή τείνει να αποδείξει ότι η ευρωπαϊκή πολιτική των αερομεταφορών δεν είναι τίποτα περισσότερο από τον συμψηφισμό των πολιτικών αερομεταφορών των κρατών μελών και ότι σε επίπεδο σχεδιασμού δεν ακολουθεί τη θεωρία των δικτύων όπου το σύνολο είναι δυνατότερο των μερών που το απαρτίζουν.
-
Ευαγγελία Κατακάλου
Ο Ευρωπαϊκός Χώρος Έρευνας & Τεχνολογίας: το παράδειγμα των Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών (εν εξελίξει)
Η διατριβή εξετάζει την καθιέρωση ενός πραγματικού «Ευρωπαϊκού Χώρου για την Έρευνα» (EXE) εστιάζοντας στο επιστημονικό πεδίο των Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών (KAE). Στο πλαίσιο αυτό υιοθετεί μία εκλεκτική προσέγγιση στην ανάλυση της ενωσιακής πολιτικής για την έρευνα, συνδυάζοντας τα θεωρητικά και μεθοδολογικά εργαλεία δυο υποπειθαρχιών της πολιτικής επιστήμης· της συγκριτικής πολιτικής και της δημόσιας πολιτικής. Βασικός στόχος της μελέτης είναι ο εντοπισμός της θέσης των σπουδών στις ΚΑΕ τόσο σε ενωσιακό επίπεδο, αλλά και διεθνώς, καθώς και η αναζήτηση των αιτιών και των επιπτώσεων της διαφαινόμενης υποχώρησης των ΚΑΕ ως ερευνητικό και επιστημονικό πεδίο σε σχέση με τις φυσικές/θετικές επιστήμες. Τέλος, στο πλαίσιο μιας δεοντολογικής προσέγγισης, προτείνει ένα νέο ρόλο για την κοινωνική και ανθρωπιστική έρευνα στην ΕΕ ως εισροή (input) στα διάφορα στάδια της ενωσιακής πολιτικής διαδικασίας στο πλαίσιο του παραδείγματος «άσκησης δημόσιας πολιτικής βάσει τεκμηρίων» ("evidence-based policy-making").
-
Κατερίνα Λυμπεροπούλου
Η ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου και ο ρόλος των ΜΚΟ (εν εξελίξει)
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, στα πλαίσια της ενίσχυσης της δημοκρατικής νομιμοποίησής της επιδιώκει τον διάλογο με τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών. Αρκετές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις δρουν τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, επιχειρώντας να ασκήσουν επιρροή στην πολιτική διαδικασία. Ειδικότερα, όσον αφορά την πολιτική ασύλου, τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η προσφυγική κρίση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, αλλά και με ΜΚΟ, οι οποίες αποτελούν τους τελικούς δέκτες της χρηματοδοτικής βοήθειας εκ μέρους της. Με την έρευνά μου θα επιχειρήσω να χαρτογραφήσω τους φορείς της Κοινωνίας των Πολιτών που δραστηριοποιούνται στο τομέα του ασύλου, θα διερευνήσω την επιρροή που δέχονται από την ΕΕ καθώς και τα αποτελέσματά της. Όσον αφορά την θεωρητική προσέγγιση, θα αξιοποιήσω τη θεωρία περί εξευρωπαϊσμού, προκειμένου να εντοπίσω το εύρος της επιρροής της ΕΕ στις ΜΚΟ, έχοντας ως αφετηρία τόσο την ΕΕ και τους θεσμούς της, όσο και της εγχώριες ΜΚΟ, οι οποίες επιχειρούν να αξιοποιήσουν τις «πολιτικές ευκαιρίες» που τους παρέχονται. Ταυτόχρονα, θα αξιοποιήσω τα εργαλεία που παρέχει η πολιτική ανάλυση, καθώς και οι κοινωνιολογικές θεωρίες, προκειμένου να αναλύσω την Κοινωνία των πολιτών και τη δυναμική που αναπτύσσεται εντός της.
-
Ευλαμπία Πετράκη
Σύγχρονες μορφές και μέθοδοι Διακυβέρνησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση: η επίδρασή τους στην εξέλιξη του πολιτειακού και πολιτικού ρόλου της Επιτροπής (εν εξελίξει)
Ο στόχος της διατριβής είναι διττός: Πρώτον, διαπιστώνει τη σταδιακή μετεξέλιξη της Επιτροπής σε πυρήνα μιας αναδυόμενης ευρωπαϊκής εκτελεστικής τάξης, επαληθεύοντας σαφείς υποθέσεις/εξαρτημένες μεταβλητές. Δεύτερον, τεκμηριώνει ότι οι νέες μορφές/μέθοδοι ευρωπαϊκής διακυβέρνησης και η δυναμική τους (ανεξάρτητη μεταβλητή) ευνοούν τη θεσμική και λειτουργική ενδυνάμωση της Επιτροπής (εξαρτώμενη/ενδιάμεση μεταβλητή). Ενδιάμεση μεταβλητή είναι, επίσης, η διασάλευση της θεσμικής ισορροπίας της ΕΕ με πρόσχημα μια πολύπλευρη κρίση που αλλοίωσε τη σχέση μεταξύ εντολέων και εντολοδόχων στην ευρωπαϊκή θεσμική αρχιτεκτονική. Προϋποτιθέμενη συνθήκη της έρευνας αποτελεί το πολιτειακό έλλειμμα στην ΕΕ.
Κύριο ζήτημα που τίθεται είναι η συσσώρευση λανθάνουσας πολιτικής/διοικητικής εξουσίας στην Επιτροπή (στην κορυφή μιας κατακερματισμένης αλλά διακριτής πολύ-επίπεδης διοίκησης, που απαρτίζεται από πολυάριθμες ενωσιακές και εθνικές επιτροπές/ανεξάρτητες Αρχές) εντός του θεσμικού πλαισίου της ΕΕ ή ακόμα και παρακάμπτοντάς το, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της οικονομικής διακυβέρνησης στην Ένωση ή των προ-διαπραγματεύσεων περί Brexit. Η ερευνήτρια διατηρεί μακροχρόνιο ενδιαφέρον για την κατίσχυση των οικονομικών συμφερόντων επί της πολιτικής, όπως επιβεβαιώνεται από την εκτροπή της ΕΕ/Επιτροπής σε αδιαφανές, μη αμιγώς διακυβερνητικό «διευθυντήριο» που βασίζεται σε «διαμεσολαβητές ισχύος» και εκφράζεται μέσω εθνικών και υπερεθνικών "Sherpas".
Η έρευνα λαμβάνει χώρα εντός περισσότερων πειθαρχιών, καθώς η πολυπειθαρχικότητα (ή ακόμη και η διαπειθαρχικότητα) είναι εγγενής στην κατανόηση της ενωσιακής πολιτείας/πολιτικού συστήματος: ενωσιακό θεσμικό δίκαιο, νομοθετικές σπουδές, συγκριτική πολιτική. Οι επιδράσεις του συγκριτικού συνταγματικού δικαίου (οργανωτικό μέρος) και της ιστορικής προσέγγισης της θεσμικής θεωρίας (οποία αντιλαμβάνεται την ΕΕ ως πολιτική διαδικασία εξελισσόμενη στο χρόνο) είναι σαφείς. Για τη συγκεκριμένη έρευνα, η Διακυβέρνηση νοείται ως μετα-νομικό αναλυτικό πλαίσιο που αποκαλύπτει τη θεσμική αλλαγή/εξέλιξη, παρά ως πλαίσιο αρχών και κανόνων που απαντούν σε ζητήματα νομιμότητας. Αναφορικά με τη μεθοδολογία, η προσέγγιση είναι επαγωγική, βάσει διεξοδικής πρωτογενούς και δευτερογενούς ποιοτικής έρευνας και επεξηγηματικής λογικής.